Αυτό το ερώτημα είναι από τα πιο συχνά που μου απευθύνουν οι έγκυες, οπότε ας δούμε τα επιστημονικά δεδομένα για το θέμα αυτό:
Κατ' αρχάς, να διευκρινίσουμε ότι πρέπει να αναφερόμαστε στην επίδραση όχι του καφέ, αλλά γενικά της καφεΐνης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Η καφεΐνη περιέχεται εκτός του καφέ και στο τσάι, στη σοκολάτα και στα αναψυκτικά, ακόμη και σε μερικά παυσίπονα ή φάρμακα για τις ημικρανίες. Επίσης, περιέχεται σε άγνωστες ποσότητες σε ορισμένα βότανα (όπως το γκουαρανά), που καλύτερα να μην χρησιμοποιούνται από τις εγκύους για μαγείρεμα ή ως φάρμακα, αν δεν είναι ακριβώς γνωστή η περιεκτικότητά τους σε καφεΐνη. Είναι σημαντικό, επομένως, ο γυναικολόγος να ρωτάει την έγκυο σχετικά με την συνολική κατανάλωση των παραπάνω ειδών.
Γενικά, η καφεΐνη είναι διεγερτική και διουρητική ουσία. Αυξάνει ελαφρώς την αρτηριακή πίεση και τους παλμούς της καρδιάς, καθώς και την ποσότητα ούρων που παράγει ο οργανισμός. Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης η καφεΐνη περνάει μέσω του πλακούντα και φτάνει στο έμβρυο. Μπορεί να μειώσει τη ροή του αίματος προς τον πλακούντα, κάτι που μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στο έμβρυο.
Δυστυχώς, η επιστήμη δεν έχει καταλήξει ομοφώνως σε συγκεκριμένες συστάσεις σχετικά με την κατανάλωση καφεΐνης κατά την εγκυμοσύνη. Υποστηρίζεται ότι η λήψη ποσότητας άνω των 300 mg/ημέρα, που αντιστοιχεί σε 3 ως 4 καφέδες την ημέρα, σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για αυτόματη αποβολή και για μειωμένη ανάπτυξη του εμβρύου. Γενικά, κατά την αμερικανική βιβλιογραφία, θεωρείται συνετό να περιοριστεί η κατανάλωση της καφεΐνης σε ποσότητα λιγότερη των 300 mg/ημέρα. Όμως, για γυναίκες με ιστορικό επαναλαμβανόμενων αποβολών η πρόσληψη καφεΐνης θα έπρεπε να περιοριστεί κατά το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης σε 150 mg/ημέρα, δηλαδή 1 ως 2 φλιτζάνια καφέ την ημέρα. Προσοχή, στα παραπάνω στοιχεία αναφερόμαστε σε mg καφεΐνης, όχι σε ml ροφήματος.
Σύμφωνα με μια έρευνα που δημοσιεύθηκε στο AJOG (American Journal of Obstetrics and Gynecology) το 2008, η κατανάλωση ποσότητας άνω των 200 mg/ημέρα αυξάνει τον κίνδυνο αποβολής. Όμως, το ίδιο έτος δημοσιεύθηκε άλλη έρευνα, σύμφωνα με την οποία σε γυναίκες που κατανάλωναν 200-350 mg/ημέρα δεν υπήρχε καθόλου αυξημένος κίνδυνος.
Το Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS) της Μ. Βρετανίας επισημαίνει ότι η μεγάλη κατανάλωση καφεΐνης κατά την εγκυμοσύνη μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα χαμηλό βάρος γέννησης, το οποίο αυξάνει τους κινδύνους για προβλήματα υγείας αργότερα. Γι' αυτό, συνιστά η ημερήσια ποσότητα να μην ξεπερνά τα 200 mg, ποσότητα που αντιστοιχεί σε 2 φλιτζάνια στιγμιαίου καφέ.
Ενδεικτικά αναφέρω ότι ένα φλιτζάνι στιγμιαίου καφέ περιέχει 100 mg καφεΐνης, ένα φλιτζάνι καφέ φίλτρου 140 mg, ένα φλιτζάνι τσάι 75 mg, ένα κουτάκι Cola 40 mg, μια σοκολάτα γάλακτος 100 gr περιέχει 50 mg καφεΐνης και η σοκολάτα υγείας το διπλάσιο. Οι παραπάνω ποσότητες mg καφεΐνης στα ροφήματα είναι σχετικές, διότι εξαρτώνται από την ποσότητα του ροφήματος και από τον τρόπο που παρασκευάζεται (π.χ. ένας "ελαφρύς" στιγμιαίος καφές ή μικρότερης ποσότητας μπορεί να έχει μόνο 75 mg καφεΐνης).\
Αυτό στο οποίο συγκλίνουν όλες οι μελέτες είναι ότι δεν χρειάζεται να διακοπεί εντελώς η πρόσληψη καφεΐνης κατά την εγκυμοσύνη, αλλά να γίνεται μειωμένη κατανάλωση αυτής.
Η συμβουλή που δίνω στις έγκυες είναι να μειώσουν την κατανάλωση καφέ στα 1 ή 2 φλιτζάνια τη μέρα (εάν φυσικά δεν προσλαμβάνουν καφεΐνη και από άλλες πηγές). Μέχρι να καταλήξουν οι έρευνες στο πώς ακριβώς επηρεάζει η καφεΐνη την εγκυμοσύνη, είναι φρόνιμο να καταναλώνεται η παραπάνω χαμηλή ποσότητα.
Όσον αφορά την περίοδο του θηλασμού, η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιάτρων (AAP) θεωρεί ότι η κατανάλωση καφεΐνης είναι ασφαλής. Όμως, μια μικρή ποσότητα αυτής (λιγότερο από 1%) φτάνει στο μητρικό γάλα και, επομένως, όταν η μητέρα πίνει πάνω από 3 καφέδες την ημέρα, το μωρό μπορεί να έχει εκνευρισμό ή να δυσκολεύεται να κοιμηθεί.
Τέλος, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η κατανάλωση καφεΐνης μπορεί να μειώσει τη γονιμότητα.